Η ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ…
Αναλυτικές παρατηρήσεις και προτάσεις των Οικολόγων Πράσινων
για το «Πρόγραμμα Καλλικράτης»
Βασική εκτίμηση των Οικολόγων Πράσινων για το “Πρόγραμμα Καλλικράτης” είναι ότι οι δήμοι και οι περιφέρειες αντιμετωπίζονται ως ένας ακόμη τομέας της δημόσιας διοίκησης. Οι βασικές κατευθύνσεις του σχεδίου ταιριάζουν με τις κατά καιρούς εξαγγελίες των δύο κομμάτων εξουσίας και των στελεχών τους στην αυτοδιοίκηση, ελάχιστο βάρος όμως δίνουν στην τοπική δημόσια ζωή, τη συμμετοχή των πολιτών και το δημοκρατικό έλεγχο των τοπικών αρχόντων.
1. Αυτοδιοικούμενες περιφέρειες: αυτονόητο βήμα με πολλές σκιές….
Η αυτοδιοίκηση σε επίπεδο περιφέρειας αποτελεί αυτονόητο βήμα, που έρχεται με καθυστέρηση δεκαετιών. Η θεσμοθέτησή της είναι αναμφίβολα θετική, και θα μπορούσε να αποτελέσει την ευκαιρία να δοκιμαστούν νέοι θεσμοί για περισσότερη δημοκρατία και συμμετοχή των πολιτών. Αντί γι’ αυτό, όμως, μεταφέρονται στις περιφέρειες οι παθογένειες των δήμων και των νομαρχιών, ενώ οι αρμοδιότητές τους παραμένουν περιορισμένες, ασαφείς και ελεγχόμενες. Εκκρεμεί επίσης η διαμόρφωση ενός Κώδικα Περιφερειών, αντίστοιχου με τον Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων.
Η μετατροπή των σημερινών νομαρχιών σε περιφερειακά διαμερίσματα θα ήταν θετική, αν συνοδευόταν με διατήρηση αιρετών συμβουλίων στο επίπεδο των σημερινών νομών με εισηγητικό και συμβουλευτικό τουλάχιστον ρόλο. Αντί γι’ αυτό ορίζονται μόνο ως «εσωτερικές εκλογικές περιφέρειες», για την εκλογή των περιφερειακών συμβουλίων. Παραρτήματα των διοικητικών υπηρεσιών της περιφέρειας θα πρέπει να συνεχίσουν να υπάρχουν στις σημερινές έδρες των νομών.
Η οριοθέτηση των αρμοδιοτήτων για τις περιφέρειες, αλλά και ο ρόλος των 7 Γενικών Διοικήσεων που θα συνεχίσουν να εκπροσωπούν την κεντρική εξουσία, δεν διευκρινίζονται στο κείμενο διαβούλευσης. Σε πρώτη φάση φαίνεται ότι οι περιφέρειες θα λειτουργούν κατά βάση ως διευρυμένες νομαρχίες, ενώ δεν προβλέπεται τίποτε ούτε για τους οικονομικούς τους πόρους ούτε για τη στελέχωσή τους με ανθρώπινο δυναμικό μέσω μετατάξεων.
Αναφέρεται ότι η απόδοση αρμοδιοτήτων στις περιφέρειες θα είναι σταδιακή, ενώ απουσιάζει τελείως η απαραίτητη πρόβλεψη για τεκμήριο αρμοδιότητας υπέρ της αυτοδιοίκησης όπου η νομοθεσία δεν έχει σαφή ρύθμιση.
Απουσιάζει επίσης, έστω και ως σκέψη, ένα αντίστοιχο σχέδιο μεταρρύθμισης και για την κεντρική διοίκηση, ώστε να προσαρμοστεί σε ένα νέο επιτελικό ρόλο.
Οι Οικολόγοι Πράσινοι θεωρούμε απαραίτητο να έχουν οι αιρετές περιφέρειες τουλάχιστο τις αρμοδιότητες που ασκούν ήδη οι περιφέρειες στις άλλες χώρες της Ευρώπης των 15. Οι επιτελικές αρμοδιότητες, όπως καθορίζονται και στο Σύνταγμα, να παραμείνουν στην κεντρική διακυβέρνηση. Για τις υπόλοιπες, όμως να υπάρχει τεκμήριο αρμοδιότητας υπέρ της αυτοδιοίκησης.
Από τους υπόλοιπους θεσμούς, τα Συμβούλια Διαβούλευσης θα πρέπει να έχουν καθορισμένο ρόλο και σαφή όρια στη δυνατότητα του περιφερειάρχη να επηρεάζει τη σύνθεσή τους. Η αποστολή του Περιφερειακού Συνηγόρου θα εκπληρωνόταν αποτελεσματικότερα, αν στη θέση του δημιουργούνταν παραρτήματα του Συνηγόρου του Πολίτη ανά περιφέρεια.
Σημειώνουμε, τέλος, ως θετικό σημείο την πρόβλεψη ότι η μητροπολιτική διοίκηση θα αποτελεί δευτεροβάθμια αυτοδιοίκηση που δε θα καταργεί την ύπαρξη πρωτοβάθμιων δήμων στην ίδια περιοχή. Η Μητροπολιτική Αυτοδιοίκηση απαιτεί όμως διαφορετική οργάνωση, με αρμοδιότητες και για το συντονισμό των πρωτοβάθμιων δήμων της περιοχής της.
- Αλλαγές στους Δήμους: οι συνενώσεις δεν αποτελούν μονόδρομο
Η αξιολόγηση του κειμένου διαβούλευσης για την υπάρχουσα κατάσταση στους Δήμους αποτυπώνει εν μέρει πραγματικές καταστάσεις και αδυναμίες. Αντιμετωπίζει όμως τους Δήμους ως τοπικούς διοικητικούς μηχανισμούς και όχι ως φορείς αυτοδιοίκησης που οφείλουν να χαράζουν βιώσιμες αυτοτελείς πολιτικές για το περιβάλλον και τα κοινωνικά ζητήματα και να λειτουργούν με την ευρύτερη δυνατή συμμετοχή των πολιτών.
Θέση μας είναι λοιπόν ότι ο δρόμος για δήμους ισχυρούς και λειτουργικούς δεν περνάει από εκτεταμένες αναγκαστικές συγχωνεύσεις. Αυτό που χρειάζεται για τους δήμους, είναι να τεθούν συγκεκριμένοι δεσμευτικοί στόχοι ποιοτικού χαρακτήρα, μαζί με ένα ευρύ φάσμα κατάλληλων θεσμικών εργαλείων και εναλλακτικών λύσεων για να τους πετύχουν. Στους ίδιους τους δήμους θα ανήκει η τελική επιλογή για τον τρόπο που θα ανταποκριθούν.
Η σύνδεση λοιπόν της διαπίστωσης των αδυναμιών με το συμπέρασμα ότι οι υπάρχοντες δήμοι οφείλουν να δώσουν τη θέση τους σε άλλους, πολύ μεγαλύτερους, είναι τουλάχιστον προβληματική. Συγκεκριμένα παραβλέπονται:
- Οι εναλλακτικές λύσεις με εθελούσιες συνενώσεις, με υποστήριξη από την περιφέρεια ή με συνεργασίες γειτονικών μικρών δήμων, ώστε να καλύψουν από κοινού τις δυνατότητες στελέχωσης και πιστοποίησης που σήμερα τους λείπουν.
- Η απουσία ολοκληρωμένης αποτίμησης των προηγούμενων συγχωνεύσεων, με το πρόγραμμα «Καποδίστριας».
- Η εμπειρία άλλων ευρωπαϊκών χωρών, όπως οι Συνομοσπονδίες Δήμων στη Γαλλία, αλλά και ελληνικοί θεσμοί όπως οι Συμπολιτείες ή, παλιότερα, τα Συμβούλια Περιοχής.
- Η σύγκριση με τον πληθυσμιακό μέσο όρο των δήμων της Ε.Ε. (5.100 κάτοικοι ανά δήμο, έναντι 10.200 των ελληνικών δήμων σήμερα). Με τις προτεινόμενες συνενώσεις ο μέσος όρος κατοίκων θα πλησιάσει τις 30.000, όταν στη Γαλλία ο μέσος όρος είναι 1.600 κάτοικοι, στην Αυστρία 3.400, στην Ισπανία 4.900, στη Γερμανία και την Ιταλία 7.100.
Στις περισσότερες περιπτώσεις το κόστος της περαιτέρω απομάκρυνσης της πρωτοβάθμιας αυτοδιοίκησης από τον πολίτη είναι πολύ υψηλότερο από το πραγματικό καθαρό όφελος των αναγκαστικών συνενώσεων. Για το λόγο αυτό είμαστε κατ’ αρχή αντίθετοι στο σχεδιασμό συνενώσεων με καθαρά πληθυσμιακά κριτήρια. Ιδιαίτερα αντίθετους μας βρίσκουν:
- Η απορρόφηση αγροτικών δήμων από τις γειτονικές πόλεις, καθώς κάτι τέτοιο θα ενίσχυε τις οικιστικές πιέσεις στην ύπαιθρο.
- Η συνένωση δήμων βάσει σχεδιασμών για τις υπό διαμόρφωση (μονοεδρικές) εκλογικές περιφέρειες των εθνικών εκλογών.
- Η συγχώνευση μεσαίων και μεγάλων αστικών δήμων με πληθυσμό δεκάδων χιλιάδων κατοίκων, χωρίς τη συναίνεση των δημοτών τους.
- Η απουσία των επιλογών της τοπικής κοινωνίας από τις παραμέτρους που απαριθμούνται ως κριτήρια σχεδιασμού των συνενώσεων.
Θεωρούμε ότι το μικρό μέγεθος μόνο σε ειδικές περιπτώσεις αποτελεί πρόβλημα των ελληνικών δήμων. Για τις περιπτώσεις αυτές αντιπροτείνουμε κίνητρα για εθελούσιες συγχωνεύσεις ή θεσμούς συνεργασίας γειτονικών δήμων για την από κοινού κάλυψη συγκεκριμένων αναγκών.
. Για την οικολογική οπτική το άριστο μέγεθος ορίζεται με κριτήριο τη δυνατότητα συγκροτημένης διαβούλευσης για τις τοπικές προοπτικές, στα πρότυπα των τοπικών Συμφώνων Βιωσιμότητας (Agenda 21) που εφαρμόστηκαν με επιτυχία σε πλήθος ευρωπαϊκών δήμων. Πιστεύουμε λοιπόν ότι οι όντως θετικές προτάσεις για μέτρα βελτίωσης της τοπικής διοικητικής εξυπηρέτησης, δεν προϋποθέτουν τις αναγκαστικές συνενώσεις τις οποίες επιχειρούν να δικαιώσουν. Η αυτοδιοίκηση οφείλει πρώτα από όλα να αποτελεί πραγματική «κοινότητα» πολιτών, με το διοικητικό μηχανισμό να έχει ρόλο κυρίως υποστηρικτικό και εγγυητή της αποτελεσματικότητας.
3. Δημοτικοί θεσμοί και διαφάνεια, ουσιαστικός ρόλος για τα τοπικά συμβούλια
Για το «Σύστημα Δημοτικής Διακυβέρνησης», οι προτεινόμενες ρυθμίσεις απειλούν να διευρύνουν το σημερινό έλλειμμα δημοκρατίας στους δήμους. Η διαίρεση των νέων δήμων σε δημοτικές εκλογικές περιφέρειες, οδηγεί σε καταστάσεις όπου οι πολίτες θα ψηφίζουν κυρίως με κριτήρια της ιδιαίτερης δημοτικής τους περιφέρειας, ενώ οι αποκλίνουσες προτεραιότητες θα ενοποιούνται μόνο στο πρόσωπο του δημάρχου. Όπου μάλιστα ένας από τους υπό συνένωση δήμους κυριαρχεί απόλυτα από πληθυσμιακή άποψη, οι ιδιαίτερες οπτικές των υπόλοιπων θα κινδυνεύουν να περιθωριοποιηθούν. Επιπλέον η πρόβλεψη ότι ο συνδυασμός του δημάρχου θα καταλαμβάνει τα 2/3 των εδρών, θα οδηγεί σε αντιφατικές καταστάσεις στις δημοτικές εκλογικές περιφέρειες όπου θα έχει πλειοψηφήσει άλλος συνδυασμός.
Μικρά επιμέρους θετικά βήματα είναι υπαρκτά αλλά δεν αρκούν για να βελτιώσουν τη συνολική εικόνα. Εδώ ανήκουν η συμμετοχή της αντιπολίτευσης στη Δημαρχική Επιτροπή, η κατάργηση της απευθείας εκλογής δημάρχου με το όριο του 42% και η υποχρέωση των δημοτικών παρατάξεων να δημοσιοποιούν τον εσωτερικό τους κανονισμό. Η δυνατότητα να ορίζονται και σύμβουλοι της αντιπολίτευσης,σε θέσεις αντιδημάρχων, μπορεί να είναι θετική μόνο υπό τον όρο της σύμφωνης γνώμης του συνδυασμού στον οποίο ανήκουν.
Ιδιαίτερα προβληματικές θεωρούμε τις προτεινόμενες ρυθμίσεις για τα Τοπικά Συμβούλια. Το σχέδιο δεν ενσωματώνει προβληματισμούς για τα αίτια της μη λειτουργίας των τοπικών συμβουλίων στους περισσότερους «καποδιστριακούς» δήμους ούτε καταθέτει προτάσεις για να διορθωθεί η κατάσταση. Αντίθετα αναγνωρίζονται στα τοπικά συμβούλια αρμοδιότητες μόνο για επείγοντα ζητήματα περιορισμένης εμβέλειας, επιλογή που πιθανότατα οδηγεί στην αδρανοποίησή τους και στη νέκρωση της τοπικής δημόσιας ζωής. Προβληματική είναι και η πρόβλεψη για συνθέσεις 1-5 μελών: συνθέσεις μέχρι 3 μελών δε διασφαλίζουν τη λειτουργία των συμβουλίων, ενώ από τις συνενώσεις δημιουργούνται και «δημοτικές περιφέρειες» δεκάδων χιλιάδων δημοτών, όπου η 5μελής σύνθεση δε θα είναι αντιπροσωπευτική: προτείνουμε τα 5 μέλη να αποτελούν το ελάχιστο και να αυξάνονται αναλογικά με τον πληθυσμό. Ενιαίο ψηφοδέλτιο για τα τοπικά συμβούλια μπορεί να έχει δημοκρατική νομιμοποίηση μόνο για πολύ μικρές ενότητες, που επιτρέπουν προσωπική επαφή των πολιτών.
Θεωρούμε απαραίτητο όλα τα τοπικά συμβούλια να αποκτήσουν δικό τους ανεξάρτητο συμμετοχικό προϋπολογισμό στα πλαίσια του δήμου, να έχουν λόγο για τα θέματα που αφορούν την περιοχή τους, αλλά και αρμοδιότητες για μικρά και μεσαία τοπικά έργα. Οι δικλείδες διαφάνειας και ελέγχου των δήμων, να ισχύουν και για τα Τοπικά Συμβούλια.
Στα θέματα της διαφάνειας επισημαίνουμε ως θετικές ρυθμίσεις την εφαρμογή διπλογραφικού συστήματος και την υποχρεωτική ανάρτηση όλων των αποφάσεων στο διαδίκτυο. Σημειώνουμε όμως ότι η χρήση της Δημοτικής Κάρτας σε διαδικασίες διαβούλευσης θα πρέπει να διασφαλίζει την αυτοπρόσωπη εμπλοκή του δημότη.
Ο προληπτικός έλεγχος των δαπανών υπάρχει κίνδυνος να εκφυλιστεί σε ασφυκτικό έλεγχο της κεντρικής εξουσίας, ιδίως αν υπάγεται στο υπουργείο Εσωτερικών. Γι’ αυτό προτείνουμε τη θεσμοθέτηση ιδιαίτερων θεσμών Νομικού Συμβουλίου και Ελεγκτικού Σώματος της Αυτοδιοίκησης, χωριστών από τα αντίστοιχα της κεντρικής διοίκησης.
Σημειώνουμε τέλος ότι οι εξαγγελίες για κατάργηση 4.000 νομικών προσώπων και δημοτικών επιχειρήσεων δε διευκρινίζουν τίποτα για την τύχη των εργαζομένων τους.
4. Τα οικονομικά της αυτοδιοίκησης: σταθεροί πόροι, ανάλογοι με τις αρμοδιότητες.
Οι εκτιμήσεις για το κόστος της σχεδιαζόμενης μεταρρύθμισης συγκλίνουν στα 4 δις ευρώ. Σε καιρούς ασφυκτικής δημοσιονομικής διαχείρισης, εύλογο είναι το ερώτημα κατά πόσο τα χρήματα αυτά είναι όντως διαθέσιμα χωρίς να αφαιρεθούν από άλλες προτεραιότητες, εξίσου σημαντικές. Σημειώνουμε εδώ τον κίνδυνο να έχουμε πραγματικό χάος στη λειτουργία της αυτοδιοίκησης, αν τα χρήματα αυτά τελικά δεν εκταμιευθούν κανονικά.
Για τους πόρους της αυτοδιοίκησης, πάγια θέση μας είναι να διαχειρίζεται σταθερό ποσοστό των δημόσιων εσόδων, ανάλογο με τις αρμοδιότητες που ασκεί.
- Συγκεκριμένο ποσοστό των δημόσιων εσόδων να παραμένει στο Δήμο όπου εισπράχθηκε, ενώ ένα ακόμη ποσοστό να αναδιανέμεται μεταξύ των δήμων όλης της χώρας για άμβλυνση των περιφερειακών ανισοτήτων.
- Αντίστοιχη πρέπει να είναι και η χρηματοδότηση των περιφερειών, με συγκεκριμένα ποσοστά να κατανέμονται ανάμεσα στην περιφέρεια όπου εισπράχθηκαν και σε αναδιανομή μεταξύ των περιφερειών.
Στο πλαίσιο αυτό σημειώνουμε ως καταρχήν θετική την απόδοση μέρους των εισπράξεων από το ΦΠΑ στους δήμους. Επισημαίνουμε όμως ότι με την προτεινόμενη μορφή του το μέτρο θα δημιουργήσει μεγάλες ανισότητες υπέρ των δήμων που φιλοξενούν έντονη επιχειρηματική δραστηριότητα.
Σημειώνουμε, τέλος, ότι η αναφορά σε διαφανή κριτήρια χρηματοδότησης των δήμων χρειάζεται να γίνει πολύ σαφέστερη. Βασικότερο από τα κριτήρια αυτά θα πρέπει να είναι οι επιδόσεις κάθε δήμου σε συγκεκριμένους στόχους από το Επιχειρησιακό Περιβαλλοντικό του Πρόγραμμα.
5. Πέρα από τη λογική του τοπικού άρχοντα.
Το σχέδιο Καλλικράτης διατηρεί τη λογική της απευθείας εκλογής των επικεφαλής κάθε δήμου και περιφέρειας, διευρύνοντας μάλιστα το γεωγραφικό χώρο της εξουσίας τους. Οι εκτεταμένες αρμοδιότητες δημάρχων και περιφερειαρχών, αλλά και η επικέντρωση της ψήφου των πολιτών στην προσωπική νομιμοποίηση του τοπικού άρχοντα αντί για την επιδίωξη προγραμματικών συναινέσεων, διαιωνίζουν τις σημερινές παθογένειες των δήμων και των νομαρχιών. Σε αρκετές περιπτώσεις οικοδομείται μια κουλτούρα αυθαιρεσίας και αδιαφάνειας που θεωρεί ότι ένας τοπικός άρχοντας κρίνεται αποκλειστικά από την ικανότητά του να επανεκλεγεί και δε λογοδοτεί πουθενά αλλού.
Οι Οικολόγοι Πράσινοι θεωρούμε η αυτοδιοίκηση χρειάζεται στο θέμα αυτό μια ριζική τομή : Κύρια εκλεγμένα όργανα να είναι τα δημοτικά και περιφερειακά συμβούλια, να εκλέγονται με απλή αναλογική σε ένα μόνο γύρο και στη συνέχεια να αναδεικνύουν στη βάση προγραμματικών συμφωνιών το δήμαρχο και τους θεματικούς αντιδημάρχους ή, αντίστοιχα, τον περιφερειάρχη και τους θεματικούς αντιπεριφερειάρχες. Απαραίτητες είναι εδώ δικλείδες που θα διασφαλίζουν ότι ο δήμος ή η περιφέρεια δε θα μένουν ακέφαλοι σε περίπτωση διαφωνίας.
Τοπικοί αντιδήμαρχοι και τοπικοί αντιπεριφερειάρχες να εκλέγονται από τους αντίστοιχους δημοτικούς ή περιφερειακούς συμβούλους. Ιδιότητες τοπικού και θεματικού αντιπεριφερειάρχη να μη συνδυάζονται στο ίδιο πρόσωπο.
Ακόμη και με το προτεινόμενο σύστημα εκλογής, θεωρούμε πάντως απολύτως απαραίτητο να εκλέγονται τουλάχιστον οι αντιδήμαρχοι και αντιπεριφερειάρχες από το δημοτικό ή περιφερειακό συμβούλιο, με δυνατότητα να ανήκουν και στην αντιπολίτευση, εφόσον συμφωνεί ο συνδυασμός τους.
6. Να αποφύγουμε διεύρυνση του ελλείμματος δημοκρατίας.
Οι εκτεταμένες συνενώσεις των δήμων και οι χωριστές εκλογικές περιφέρειες στο εσωτερικό κάθε δήμου και περιφέρειας, απειλούν να κάνουν ακόμη δυσκολότερη την εκπροσώπηση των μικρότερων συνδυασμών. Ως «δημοτική εκλογική περιφέρεια» κάθε υπό συνένωση δήμος θα έχει μικρότερο αριθμό δημοτικών συμβούλων και υψηλότερο εκλογικό μέτρο. Αν λοιπόν διατηρηθεί το εκλογικό μέτρο ως ελάχιστο όριο για εκλογή δημοτικού συμβούλου, τότε θα αποκλείονται από τα περισσότερα δημοτικά συμβούλια ακόμη και συνδυασμοί με ποσοστά πάνω από 10% των ψήφων. Ακόμη εντονότερη προοπτική αποκλεισμού των μεσαίων και μικρότερων συνδυασμών διαφαίνεται για τα περιφερειακά συμβούλια.
Για να μην οδηγηθούμε λοιπόν σε δημοτικά και περιφερειακά συμβούλια 2 ή 3 παρατάξεων, χρειάζονται άμεσες επιμέρους αλλαγές στο εκλογικό σύστημα ακόμη και αν το βασικό πλαίσιο παραμείνει το ίδιο:
- Το εκλογικό μέτρο να υπολογίζεται με βάση τις έδρες της αντιπολίτευσης στο σύνολο της περιφέρειας ή του νέου δήμου και όχι χωριστά σε κάθε εσωτερική εκλογική περιφέρεια.
- Για τις έδρες που μένουν αδιάθετες στην Α’ κατανομή, να αθροίζονται και τα αχρησιμοποίητα υπόλοιπα ψήφων από διαφορετικά περιφερειακά διαμερίσματα ή δημοτικές εκλογικές περιφέρειες
Οι εκλογικές ρυθμίσεις αφήνουν χώρο για ασφυκτικούς περιορισμούς και στο δικαίωμα υποψηφιότητας, αν οι συνδυασμοί παραμείνουν υποχρεωμένοι να καταθέτουν πλήρη ψηφοδέλτια για όλες τις δημοτικές εκλογικές περιφέρειες για όλα τα τοπικά συμβούλια. Ακόμη πιο ασφυκτικοί θα είναι οι αποκλεισμοί στις περιφερειακές εκλογές, αν τεθεί ως υποχρεωτική προϋπόθεση η κατάρτιση πλήρων συνδυασμών σε κάθε νομαρχιακό διαμέρισμα.
Με δεδομένο και το μεγαλύτερο μέγεθος των δήμων, που στην πράξη περιορίζει δραστικά την καθημερινή επαφή του δημότη με τις δημοτικές υποθέσεις, η τοπική συμμετοχή κινδυνεύει να μετατραπεί σε αποκλειστικό προνόμιο των οργανωμένων κομματικών μηχανισμών. Αν λοιπόν οι υπάρχοντες περιορισμοί για τις υποψηφιότητες έβρισκαν μέχρι τώρα στοιχειώδες έρεισμα στο μικρό μέγεθος των τοπικών κοινωνιών και στην υποτιθέμενη προσωπική γνωριμία των δημοτών μεταξύ τους, με τις προτεινόμενες συνενώσεις δημιουργούνται δεδομένα που δεν αφήνουν καμιά δικαίωση στη διατήρηση τέτοιων όρων. .
Θεωρούμε λοιπόν απαραίτητο, στο δικαίωμα υποψηφιότητας και κατάρτισης συνδυασμών για τους δήμους και τις περιφέρειες, να επιτρέπονται μόνο όσοι περιορισμοί ισχύουν και στις βουλευτικές εκλογές. Μια τέτοια αλλαγή θα επιτρέψει τη συμμετοχή ανεξάρτητων υποψηφίων, συνδυασμών με περιορισμένο αριθμό υποψηφίων, αλλά και συνδυασμών με υποψηφιότητες σε ορισμένα μόνο περιφερειακά διαμερίσματα ή δημοτικές εκλογικές περιφέρειες.
7. Συνολικότερες εκτιμήσεις
Στο επίσημο Κείμενο Διαβούλευσης αποτυπώνεται η έμφαση στο στόχο για αποδοτικότερη διοίκηση σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Ο στόχος αυτός είναι σεβαστός, πρόκειται όμως για πρόταση απλής αποκέντρωσης του κράτους και όχι ουσιαστικότερης αυτοδιοίκησης. Ακόμη και η διοικητική αποκέντρωση πάντως χρειάζεται επαρκείς πόρους και συνεκτικό σχεδιασμό, που είναι αμφίβολο αν υπάρχουν.
Η διαφορά μεταξύ αποκέντρωσης και αυτοδιοίκησης δεν είναι μόνο εννοιολογική: η πρώτη αφορά την τοπική προσαρμογή των πολιτικών που χαράζονται σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, ενώ η αυτοδιοίκηση την πρωτογενή χάραξη τοπικών πολιτικών με εμπλοκή της αντίστοιχης τοπικής κοινωνίας.
Με τις προτάσεις λοιπόν του σχεδίου «Καλλικράτης»:
- Η τοπική διάσταση εγκλωβίζεται στα Τοπικά Συμβούλια και καταδικάζεται σε θάνατο από έλλειψη πόρων και αρμοδιοτήτων.
- Οι περιφέρειες μένουν ανοχύρωτες απέναντι στη διάχυση της κεντρικής εξουσίας μέσω των 7 Γενικών Διοικήσεων.
- Οι δήμοι απομακρύνονται ακόμη περισσότερο από τους δημότες τους και αντιμετωπίζονται ως απλός διοικητικός μηχανισμός.
- Η ενίσχυση της προσωπικής εξουσίας του δημάρχου και του περιφερειάρχη, συρρικνώνει ακόμη περισσότερο τη δημόσια συζήτηση για τις τοπικές πολιτικές και την αναζήτηση προγραμματικών συγκλίσεων.
Τα νέα δεδομένα κάνουν σχεδόν αδύνατη την ανάδειξη δημάρχων και περιφερειαρχών χωρίς την κεντρική υποστήριξη ενός τουλάχιστον κόμματος εξουσίας. Δυσκολότερη γίνεται επίσης η εκλογή συμβούλων από ανεξάρτητους συνδυασμούς, ενώ αφήνονται ανοικτά και σενάρια που θα οδηγούσαν σε ολικό σχεδόν αποκλεισμό τέτοιων προσπαθειών. Ακόμη και τοπικά στελέχη που αντιστρατεύονται τις επίσημες κομματικές εντολές, θα έχουν μεγαλύτερη δυσκολία να διεκδικήσουν με αξιώσεις την ψήφο των συμπολιτών τους. Με τον τρόπο αυτό, το Σχέδιο «Καλλικράτης» δε μεταρρυθμίζει μόνο τους θεσμούς αλλά οριοθετεί και τα ίδια τα τοπικά εκλογικά αποτελέσματα.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η ενισχυμένη προσωπική εξουσία των δημάρχων και περιφερειαρχών δεν κατοχυρώνει την ανεξαρτησία της αυτοδιοίκησης. Αντίθετα οδηγεί στον έλεγχό της από ανθρώπους που θα οφείλουν σε μεγάλο βαθμό την εκλογή τους στην υποστήριξη της εκάστοτε κυβέρνησης ή αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Νοθεύοντας την ανεξαρτησία της αυτοδιοίκησης, το σύστημα αυτό δημιουργεί ενδεχόμενες απειλές και για την αυτοτέλεια της κεντρικής πολιτικής. Με τη μεγέθυνση των δήμων οι δήμαρχοι θα έχουν ευρύτατα περιθώρια επηρεασμού της εκλογής βουλευτών στις προβλεπόμενες «μικρές» εκλογικές περιφέρειες. Αντίστοιχα περιθώρια θα έχουν και οι περιφερειάρχες για τον επηρεασμό των κομματικών ψηφοδελτίων στις ευρείες περιφέρειες. Τέτοιοι κίνδυνοι είναι υπαρκτοί, και μάλιστα λαμβάνονται ήδη υπόψη από το συνταγματικό νομοθέτη που θέτει αυστηρότατους φραγμούς στην υποψηφιότητα νομαρχών (ως τοπικών αρχόντων στις σημερινές βουλευτικές περιφέρειες) σε βουλευτικές εκλογές.
Με τις σκέψεις αυτές οι Οικολόγοι Πράσινοι θεωρούμε ότι το Σχέδιο «Καλλικράτης», όπως κατατέθηκε, δύσκολα μπορεί να οδηγήσει την αυτοδιοίκηση σε αναβάθμιση ή να αποτελέσει, έστω, βάση ουσιαστικού διαλόγου. Χωρίς ριζική και συνολική επανεξέτασή του θα οδηγηθούμε σε μια αυτοδιοίκηση απομακρυσμένη από τον πολίτη στην καλύτερη περίπτωση, και με σοβαρό έλλειμμα δημοκρατίας και διαφάνειας στη χειρότερη.
Αθήνα, 25.1.2010
Η Θεματική Ομάδα Αυτοδιοίκησης των Οικολόγων Πράσινων
Σχολιάστε